Dionysis78
new member
- Δημοσιεύσεις
- 136
- Ηλικία
- 45
- Περιοχή
- Περιστέρι
- Μοτοσυκλέτα
- Transalp 650 2001
- Όνομα
- Διονύσης
- Περιοχή
- Περιστέρι
Αφιερωμένο στον @eselΣτο βαγόνι ενός τρένου τυχαίνει να κάθονται από τη μια μεριά ένας Έλληνας και ένας Γερμανός και από την άλλη μια γριά 80 χρόνων και μια πολύ όμορφη εικοσάχρονη κοπέλα.
Όλα αυτά τα άτομα δεν είχαν καμιά σχέση μεταξύ τους.
Απλώς έτυχε να βρεθούν μαζί.
Όλη την ώρα o Έλληνας και ο Γερμανός έτρωγαν την κοπέλα με τα μάτια τους, αλλά δεν τολμούσαν να κάνουν κάτι λόγω της γριάς.
Σε κάποια στιγμή το τρένο μπαίνει σε ένα tounel και τότε μέσα στο βαθύ σκοτάδι: SPLATSSS!!!!!
ακούγεται o ήχος μιας σφαλιάρας…
Σκέφτεται λοιπόν o Έλληνας:
Ο άτιμος ο Γερμανός βρήκε την ευκαιρία τώρα με το σκοτάδι, έβαλε χέρι στη μικρή, και αυτή του έριξε σφαλιάρα!
Σκέφτεται ο Γερμανός:
Το καθίκι o Eλληνας έβαλε χέρι στη μικρή …κι έφαγα ΕΓΩ τη σφαλιάρα!!
Σκέφτεται η κοπέλα:
Κάποιος από αυτούς πήγε να μου βάλει χέρι, το έβαλε κατά λάθος στη ΓΡΙΑ και η γριά του έριξε σφαλιάρα!!!
Σκέφτεται και η γριά:
Κουφάλα Γερμανέ … ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΗ ΧΡΩΣΤΟΥΣΑ !!!
Πάει το γκαρσόνι για παραγγελία και λέει ο πελάτης: – «Για να δούμε τι καλό έχετε σήμερα» και μυρίζει την μεγάλη γραβάτα του γκαρσονιού. – «Μμμμ… λέει ο πελάτης σήμερα έχετε μοσχαράκι κοκκινιστό. Φέρε μου μια μερίδα». Το γκαρσόνι απόρησε. Την άλλη μέρα ο πελάτης ξαναμυρίζει τη γραβάτα του γκαρσονιού και βλέπει πως μαγείρεψαν στιφάδο και παραγγέλνει μια μερίδα. Την επόμενη μέρα μύρισε τη γραβάτα και παρήγγειλε φασολάκια κλπ. Το γκαρσόνι τσαντίστηκε και την άλλη μέρα, πριν πάει στο μαγαζί λέει στη γυναίκα του τη Μαρία την ιστορία και αυτή βάζει τη γραβάτα του στο νινί της και του τη δίνει να τη φορέσει. Το βράδυ ο πελάτης μυρίζει τη γραβάτα, την ξαναμυρίζει και λέει στο γκαρσόνι: – «Μα καλά τόσο καιρό γιατί δεν μου έλεγες πως είσαι ο άνδρας της Μαρίας;»
fghfgh
Πάει το γκαρσόνι για παραγγελία και λέει ο πελάτης: – «Για να δούμε τι καλό έχετε σήμερα» και μυρίζει την μεγάλη γραβάτα του γκαρσονιού. – «Μμμμ… λέει ο πελάτης σήμερα έχετε μοσχαράκι κοκκινιστό. Φέρε μου μια μερίδα». Το γκαρσόνι απόρησε. Την άλλη μέρα ο πελάτης ξαναμυρίζει τη γραβάτα του γκαρσονιού και βλέπει πως μαγείρεψαν στιφάδο και παραγγέλνει μια μερίδα. Την επόμενη μέρα μύρισε τη γραβάτα και παρήγγειλε φασολάκια κλπ. Το γκαρσόνι τσαντίστηκε και την άλλη μέρα, πριν πάει στο μαγαζί λέει στη γυναίκα του τη Μαρία την ιστορία και αυτή βάζει τη γραβάτα του στο νινί της και του τη δίνει να τη φορέσει. Το βράδυ ο πελάτης μυρίζει τη γραβάτα, την ξαναμυρίζει και λέει στο γκαρσόνι: – «Μα καλά τόσο καιρό γιατί δεν μου έλεγες πως είσαι ο άνδρας της Μαρίας;»
fghfgh
Ένα γρήγορο:
Ο παππούς μας δυσκολεύεται να περπατήσει .
Ε ,του πηραμε ενα Πι.
Τώρα τον φωνάζουμε ....
.....αππού
Πάει μια γύφτισσα στο φαρμακοποιό και του λέει:
– “θέλω ένα φάρμακο για μο@νόψειρες.”
– “Δεν ντρέπεστε λίγο κυρία μου;” λέει ο φαρμακοποιός. “Πηγαίνετε πρώτα να μάθετε πως λέγεται το φάρμακο και μετά να το ζητήσετε σωστά.”
Φεύγει η γύφτισσα και μετά από λίγο γυρνάει στο φαρμακείο και λέει στον φαρμακοποιό:
– “Μου δίνεται φθιρέξ για ψείρες;”
– “Είδατε που το μάθατε το φάρμακο; μπράβο σας! Πόσα φακελάκια θέλετε;”
– “Πιάσε για δέκα μο@νιά.”
Πάει μια γύφτισσα στο φαρμακοποιό και του λέει:
– “θέλω ένα φάρμακο για μο@νόψειρες.”
– “Δεν ντρέπεστε λίγο κυρία μου;” λέει ο φαρμακοποιός. “Πηγαίνετε πρώτα να μάθετε πως λέγεται το φάρμακο και μετά να το ζητήσετε σωστά.”
Φεύγει η γύφτισσα και μετά από λίγο γυρνάει στο φαρμακείο και λέει στον φαρμακοποιό:
– “Μου δίνεται φθιρέξ για ψείρες;”
– “Είδατε που το μάθατε το φάρμακο; μπράβο σας! Πόσα φακελάκια θέλετε;”
– “Πιάσε για δέκα μο@νιά.”