To «σιδερένιο» πλαίσιο
μετέφερε το λάδι του κινητήρα μέσα του και χρησιμοποιούσε το σύστημα Uniplanar για μείωση των κραδασμών του κινητήρα. Οι αναρτήσεις έρχονταν από την Showa – χωρίς ρυθμίσεις – ενώ το πιρούνι φορούσε εντυπωσιακά λεπτά καλάμια
στα 37mm.
Οι 16άρηδες (!) τροχοί διέθεταν ένα δισκόφρενο ο καθένας (320 μπροστά με διέμβολη δαγκάνα και 220mm πίσω με ένα έμβολο) Στις καινοτομίες που κόμιζε το Blast
περιλαμβάνονταν το ρυθμιζόμενο πεντάλ ταχυτήτων, ο αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, τα «άθραυστα» πλαστικά ABS και το χαμηλό ύψος σέλας. Με βάρος στα 163 κιλά άδειο και με βολική σέλα και οι γυναίκες μοτοσυκλετίστριες βρίσκονταν μέσα στη δυνητική ομάδα αγοραστών.
TO TI ΓΙΝΟΤΑΝ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ είναι μια διαφορετική ιστορία. Τη στιγμή που ο αμερικάνικος ειδικός Τύπος επαινούσε την κίνηση της Harley-Davidson για τη δημιουργία ενός βολικού μοντέλου αρχαρίων και
κατέγραφε θετικά σχόλια μετά τη δοκιμή του Blast, oι ιδιοκτήτες σχημάτιζαν διαφορετική άποψη.
Αν «δεις» μια μοτοσυκλέτα μέσα από τα τεχνικά της χαρακτηριστικά και τις επιδόσεις
μπορείς να πάρεις μια ιδέα περί τίνος πρόκειται, αλλά ποτέ δεν θα καταλάβεις ποια αίσθηση θα σου μεταφέρει στην πράξη, στο δρόμο.
Γι αυτό και μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες,
πριν ακόμα αρχίσουν και στην Ελλάδα οι δοκιμές μοτοσυκλετών από επαγγελματίες συντάκτες/δημοσιογράφους του Ειδικού Τύπου, ο κόσμος αγόραζε στα τυφλά. Όμως αρκετές φορές ακόμα και οι ειδικοί δημοσιογράφοι χάνουν το μέτρο, τα μικρά και τα μεγάλα και την κρίση τους,
αποπροσανατολίζοντας και μην λέγοντας την αλήθεια στο κοινό.
Μιας και κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός
οι επιμέρους ιδιαίτερες προτιμήσεις κάνουν τη μεγάλη διαφορά. Τα διφορούμενα σχόλια για το Blast έδιναν και έπαιρναν. Μπορεί το κέντρο βάρους να ήταν χαμηλά, όμως αυτό δεν σήμαινε και εύκολο στρίψιμο από τη μια στροφή στην άλλη, αν και το μεγάλο τιμόνι βοηθούσε.
Ο συμπλέκτης ήταν ειδικά σχεδιασμένος για εύκολο τράβηγμα,
αλλά στην πράξη ήταν απρόβλεπτος χωρίς προοδευτικότητα και δυσκόλευε στις αργές ταχύτητες, μαζί με την πολύ κοντή πρώτη ταχύτητα και τις νεκρές ανάμεσα στις σχέσεις.
Η μικρή ακτίνα στροφής τιμονιού
δυσκόλευε επίσης τους επιτόπιους ελιγμούς και τα μαρσπιέ έβρισκαν εύκολα κάτω. Παρ’ όλα αυτά, η Buell είχε πουλήσει πάνω από 13.500 κομμάτια από το 2000 μέχρι το 2002. Ένα εξειδικευμένο forum δημιουργήθηκε στο διαδίκτυο με παραπονούμενους ιδιοκτήτες και οι μηνύσεις άρχισαν να πέφτουν και από τις δύο πλευρές.
Ξέρετε, στην Αμερική, όταν οι δικηγόροι (από τις πιο μισητές κατηγορίες επαγγελματιών μαζί με τους λογιστές…)
μυριστούν χρήμα αποζημιώσεων ορμούν ακάθεκτοι. Συνήθως όπως είναι λογικό κάποιοι από τους δικηγόρους χάνουν για να κερδίσουν κάποιοι άλλοι.
Οι κραδασμοί του κινητήρα του Blast – κι ας υπήρχαν ελαστικές βάσεις – από τον κινητήρα και η κατανάλωση λαδιού χωρίς φανερό λόγο,
άρχισαν να τρελαίνουν τους ιδιοκτήτες και επομένως τους ντήλερ που είχαν πουλήσει τις μοτοσυκλέτες.
Κάποια στιγμή οι εγγυήσεις άρχισαν να δυσκολεύουν τη στιγμή που προβλήματα με τα ηλεκτρικά και το αυτόματο τσοκ
άφηναν μοτοσυκλέτες ακινητοποιημένες στη μέση του πουθενά. Κάτι όχι ιδιαίτερα βολικό στις αχανείς ΗΠΑ. Αν και η μοτοσυκλέτα κόστιζε όσο τρία καλά αμερικανικά μηνιάτικα, οι καταναλωτές
αισθάνθηκαν προδομένοι.
ΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ BLAST όπως βλέπετε και από τις φωτογραφίες είναι συμπαθητικό, όπως και το image ενός “Made in USA” προϊόντος. Το Blast εκείνη την εποχή θεωρητικά
έμοιαζε πολύ με την περίπτωση της BMW και της τακτικής που ακολούθησε πίσω από την παρουσίαση των ψευδοεντούρο F 650.
Με σαφώς λιγότερα χρήματα απ’ ό,τι στο παρελθόν κάποιος μπορούσε
να διαθέτει μια μοτοσυκλέτα με δυνατό όνομα και μεγάλη αξία στην αγορά. Το F 650 όμως διέθετε αξιοπιστία σε μεγάλο βαθμό, κάτι που αργότερα ώθησε τους ιδιοκτήτες στην επόμενη αγορά,
που ήταν μια «μεγαλύτερη BMW».
Δεν έγινε το ίδιο με το Blast παρόλο που οι τεχνικοί της εταιρίας έλυσαν τα περισσότερα προβλήματα, βελτιώνοντας την σε σημεία. Εντύπωση προκαλεί
η μεγάλη διαφορά μεταξύ ανακοινώσεων και πράξης, οράματος και υλοποίησης, ιδίως από μια τόσο έμπειρη ομάδα ανθρώπων όπως της Buell. Μπορεί και το όνομα να έπαιξε ρόλο, αφού πέρα από τη θετική έννοια του “Blast” (πχ. “We had a blast!” μτφ. «Περάσαμε πολύ καλά»), το λεξικό γράφει πως
Blast σημαίνει και έκρηξη – ανατινάσσω, καταστρέφω… Εδώ να σημειώσουμε πως το 500 δεν εισήχθη ποτέ στην ελληνική αντιπροσωπεία (ευτυχώς θα λέγαμε…).
Παρ’ όλες τις μικρές πωλήσεις και την πολύ “παγωμένη” υποδοχή που επιφύλασσαν οι Αμερικάνοι μοτοσυκλετιστές
στο “μικρό, ψευδο-Χάρλεϊ” αυτό πεισματάρικα παρέμεινε στην αγορά μέχρι το 2009!
Το παράδειγμα του παραπάνω μοντέλου είναι τυχαίο, αφού
όλες οι εταιρίες ανεξαιρέτως έχουν γράψει στο ενεργητικό τους αποτυχημένα, προβληματικά μοντέλα. Από την Yamaha με τα ΤΧ 750, ΧΖ 550, τη Honda με τη σειρά VT, τη Suzuki με τα SP, την Kawasaki με τα Ζ 250/400, τη Ducati με τα GTV 500 κ.λπ. ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό και σιγά-σιγά θα παρουσιάσουμε κι άλλες αποτυχημένες μοτοσυκλέτες εδώ στο Motorbike.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως
ακόμα και τις καλύτερες προθέσεις να έχει κάποιος, όπως συνέβη στην περίπτωση της Harley-Davidson με την Buell, μπορεί πάντα να αποτύχει.
Πηγη
https://motorbike.gr