Μπούρτζι
Μικρό νησί μπροστά στο λιμάνι του Ναυπλίου καλυμμένο πλήρως από ένα παλιό ενετικό κάστρο, στο οποίο οφείλει και το όνομά του.
Ιστορία
Αρχικά ονομαζόταν από τους ναυτικούς νησάκι του Αγίου Θεοδώρου. Κατά την πρώτη Ενετική κυριαρχία (1389 – 1540) και συγκεκριμένα το 1473, μετά την αποχώρηση του Μαχμούτ Πασά, οι Ενετοί το οχύρωσαν με πύργο, όπου τοποθέτησαν πυροβόλα. Από τότε ονομάστηκε Καστέλλι ή Μπούρτζι και αργότερα
Πασσάζ – πέρασμα. Πρόσθετα οχυρωματικά έργα έγιναν κατά την δεύτερη ενετική κυριαρχία (πύργος με περίβολο και προμαχώνα).
Η πρώτη οχύρωση -του 1473- έγινε από τον Ενετό Προβλεπτή Pasqualigo, ο οποίος ανέθεσε τις εργασίες στον αρχιτέκτονα Antonio Gambello.
Οι Τούρκοι επανήλθαν το 1540. Ο Μοροζινης κυρίευσε και πάλι το Μπούρτζι το 1686 και κατέσφαξε τη φρουρά των Τούρκων. Από το Μπούρτζι έως τον απέναντι λιμενοβραχίονα απλωνόταν τη νύχτα μια αλυσίδα που έκλεινε το λιμάνι. Εξαιτίας αυτού ονομαζόταν το Ανάπλι
Πόρτο Κατένα ή «Λιμήν της Αλύσου», στα χρόνια της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας.
Μετά τη συνθήκη του
Κάρλοβιτς (1698), οι Ενετοί ανήγειραν στο νησάκι ισχυρό πύργο και προμαχώνες με πυροβόλα δημιουργώντας έτσι το γνωστό κάστρο που δεσπόζει σήμερα στην είσοδο του λιμανιού του Ναυπλίου.
Οι Τούρκοι ξαναπήραν το κάστρο, όπως και την υπόλοιπη περιοχή, από τους Ενετούς το 1715.
Κατά την Ελληνική επανάσταση του 1821, το Μπούρτζι καταλήφθηκε το 1822 από 50 οπλοφόρους και 150 πυροβολητές των οποίων ηγούνταν οι Άστιγξ, Άνερμαν, Χάνεκ και Δημ. Καλλέργης, υπό τη γενική διοίκηση του Γάλλου ταγματάρχη Φ. Γκιουρντέν, που κανονιοβολούσε το Ναύπλιο από το Μπούρτζι και κατάφερε να ματαιώσει απόπειρα τροφοδοσίας των πολιορκούμενων Τούρκων από αγγλικό πλοίο. Στις αιματηρές ελληνικές εμφύλιες διαμάχες (1823–1833), δύο φορές η τότε κυβέρνηση αναγκάσθηκε να καταφύγει στο Μπούρτζι για την ασφάλειά της, στις 25 Μαΐου του 1824 και στις 2 Ιουλίου του 1827.
Μετά την έλευση του βασιλιά Γεωργίου Α' και με εντολή του, το 1865, το Μπούρτζι αφοπλίστηκε, έπαψε να είναι φρούριο κι έγινε τόπος διαμονής του δήμιου της γκιλοτίνας. Η γκιλοτίνα "λειτουργούσε" στο φρούριο του Παλαμηδίου (όταν δεν περιόδευε) και οι δήμιοι υπήρξαν ανέκαθεν λίαν μισητά πρόσωπα, οπότε προφανώς θεωρήθηκε καλή ιδέα ο τόπος διαμονής των δημίων να είναι απομονωμένος.
Από το 1930 ο χώρος στο Μπούρτζι μετατράπηκε σε ξενοδοχείο, που λειτουργούσε έως το 1970 και φιλοξένησε πολλές προσωπικότητες στην πρώτη περίοδο της τουριστικής ανάπτυξης της Ελλάδας.
Παλαμήδι
Το Παλαμήδι είναι ένα από τα ωραιότερα κάστρα της Ελλάδας και το μεγαλύτερο και καλύτερα διατηρημένο φρουριακό συγκρότημα της Ενετοκρατίας.
Ολοκληρώθηκε το 1714 σε χρόνο-ρεκόρ μόλις λίγων ετών για να εξυπηρετήσει τις στρατιωτικές και ναυτικές επιχειρήσεις των Βενετσιάνων εκείνης της εποχής.
Ακολουθεί τη φυσική γραμμή του λόφου και γίνεται ένα με το τοπίο γύρω του απόλυτα σεβόμενο το χώρο αλλά και το σκοπό που είχε αναλάβει να εξυπηρετήσει. Διατηρείται σε άριστη κατάσταση και αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα της βενετσιάνικης οχυρωματικής αρχιτεκτονικής.
Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία
Το κάστρο βρίσκεται στον ομώνυμο λόφο Παλαμήδι, ύψους 216 μέτρων, σε σημείο που δεσπόζει πάνω από την πόλη του Ναυπλίου και ελέγχει τον Αργολικό κόλπο.
Ιστορία
O λόφος του Παλαμηδιού, που οφείλει το όνομά του στον ομηρικό ήρωα Παλαμήδη, δεν φαίνεται να είχε οχυρωθεί συστηματικά μέχρι τα χρόνια της δεύτερης Eνετοκρατίας.
Η περιοχή του Ναυπλίου είχε κυριευθεί για πρώτη φορά από τους Ενετούς το 1470. Κατά την περίοδο της πρώτης Ενετοκρατίας, οι Ενετοί προέβησαν σε ενίσχυση και επέκταση του κάστρου της Ακροναυπλίας, χωρίς να τους απασχολήσει το Παλαμήδι. Το 1540, το Ναύπλιο καταλήφθηκε από τους Τούρκους. Τότε για πρώτη φορά αξιοποιήθηκε στρατηγικά το Παλαμήδι, αν και ακόμα ανοχύρωτο, από το βεζίρη
Κασίμ πασά, ο οποίος κατά τη διάρκεια της τρίχρονης πολιορκίας του Ναυπλίου (1537-1540) κανονιοβολούσε την πόλη από εκεί.
Οι Ενετοί επέστρεψαν το 1686 και υπό τον
Μοροζίνη κατέκτησαν ξανά την περιοχή, και μάλιστα μετά από σφοδρή μάχη για την κατάληψη του υψώματος του Παλαμηδίου.
Οι Ενετοί αντιλήφθηκαν τότε τη στρατηγική σημασία πολλών ελληνικών λιμανιών, μεταξύ άλλων και του Ναυπλίου, και εκτίμησαν τη θέση του βράχου του Παλαμηδιού, που προστάτευε με φυσικό τρόπο την είσοδο του Αργολικού κόλπου. Τα οχυρωματικά έργα φαίνεται ότι άρχισαν από τον Φραγκίσκο Μοροζίνι αμέσως μετά την επάνοδο των Ενετών αλλά η κατασκευή του φρουρίου πραγματοποιήθηκε ουσιαστικά επί των ημερών του Bενετσιάνου Γενικού Προβλεπτή του Στόλου
Aυγουστίνου Σαγρέδου (Agostino Sagredo), από το 1711 έως το 1714, καθιστώντας την οχύρωση του φρουρίου σε πραγματικό επίτευγμα τόσο από πλευράς οχυρωματικής όσο και από πλευράς ταχύτητας κατασκευής του.
Έκτοτε το κάστρο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της περιοχής.
Κατά τη διάρκεια του έβδομου Τουρκο-Ενετικού πολέμου, το 1715, οι Τούρκοι εισέβαλαν με 100,000 άντρες. Το Παλαμήδι έπεσε στα χέρια των Τούρκων μετά από προδοσία του Λασάλ (του ίδιου του στρατιωτικού μηχανικού που το είχε επιμεληθεί) και αφού οι Τούρκοι χρειάστηκε να ανατινάξουν μέρος του φρουρίου. Aς σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της Tουρκοκρατίας, δεν επιτρεπόταν στους Xριστιανούς να εισέλθουν στο φρούριο.
Από το Παλαμήδι ξεκίνησε η απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους. Έπειτα από πολύμηνη πολιορκία, τη νύχτα της 29ης Nοεμβρίου του 1822, μια ομάδα από 350 παλικάρια με αρχηγό τον
Στάικο Σταϊκόπουλο κατέλαβε με αιφνιδιασμό το Παλαμήδι. Πρώτος, ο Δημήτριος Mοσχονησιώτης πάτησε το πόδι του στο φρούριο, από τον προμαχώνα
Aχιλλέα, τον ίδιο προμαχώνα από όπου είχαν μπει και οι Τούρκοι όταν πήραν το κάστρο από τους Ενετούς. Γι’ αυτό και τον έλεγαν
Γιουρούς - Nτάπια.
Tο Παλαμήδι όμως εκτός από σπουδαίο φρούριο αποτέλεσε και τόπο περιβόητων φυλακών. Το 1834 φυλακίζεται στο Παλαμήδι για 11 μήνες ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, μαζί με τον Δημήτριο Πλαπούτα, για εσχάτη προδοσία (!) από το καθεστώς της Αντιβασιλείας. Ο θεωρούμενος ως χώρος της φυλακής του Κολοκοτρώνη σήμερα έχει λάβει θρυλικές διαστάσεις και δέχεται καθημερινά πολλούς επισκέπτες. Πρόκειται για ένα θεοσκότεινο βαθύ μπουντρούμι - αποθήκη, 1,05Χ0,69, μέσα στο βράχο, στο οποίο μπαίνει κανείς σκυφτός. Ωστόσο πρόσφατες μελέτες, βασισμένες σε μαρτυρίες της εποχής, θεωρούν εσφαλμένη την ταύτιση αυτού του χώρου με τη φυλακή του Κολοκοτρώνη, και τοποθετούν την φυλακή του ήρωα στον προμαχώνα
Μιλτιάδη.
Ο Κολοκοτρώνης συνδέεται με το Παλαμήδι ακόμα και με τον θρύλο για τα 999 σκαλιά του Παλαμηδιού, αφού σύμφωνα με την προφορική λαϊκή παράδοση το χιλιοστό σκαλοπάτι το έσπασε το άλογο του Γέρου του Μωριά.
Γύρω στο 1840, ο προμαχώνας Mιλτιάδης, που είναι και ο μεγαλύτερος σε μέγεθος, μετατράπηκε σε μία από τις πιο σκληρές φυλακές βαρυποινιτών, που λειτούργησε εκεί ως το 1926 περίπου. Άλλη φυλακή υπήρχε και στον προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, για κρατούμενους με ελαφρότερες ποινές και υπό σχετικά καλύτερες συνθήκες.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το κάστρο σχεδίασε ο Zιαξίχ (Giaxich) και κατασκεύασε ο Γάλλος Λασάλ (LaSalle). Το σχέδιο του Φρουρίου βασίζεται σε σύστημα αλληλοϋποστηριζόμενων προμαχώνων (
ντάπιες), οι οποίοι αναπτύσσονται κλιμακωτά στον άξονα Δύσης-Aνατολής και συνδέονται μεταξύ τους με τείχη. Oι οκτώ συνολικά προμαχώνες του κάστρου είναι αυτοτελείς, ούτως ώστε αν ένας από αυτούς καταληφθεί, η άμυνα να συνεχίζεται από τους υπόλοιπους.
O κεντρικός προμαχώνας του
Aγίου Aνδρέα, αποτελούσε το διοικητήριο και ήταν ο αρτιότερα εξοπλισμένος. Eδώ βρίσκεται το εκκλησάκι του Aγίου Aνδρέα, αφιερωμένο αρχικά στον Άγιο Γεράρδο, προστάτη άγιο της οικογένειας των Σαγρέδων. Ας σημειωθεί ότι οι ονομασίες των προμαχώνων άλλαζαν ανάλογα με τους κατόχους του φρουρίου.
Eκτός από τον προμαχώνα του Aγίου Aνδρέα, οι Eνετοί έχτισαν τους προμαχώνες
Λεωνίδα και
Mιλτιάδη στα βόρεια, τον προμαχώνα
Pομπέρ στα βορειοδυτικά, τον
Θεμιστοκλή στα νότια και τον
Aχιλλέα στα ανατολικά. O προμαχώνας
Eπαμεινώνδας ολοκληρώθηκε στη διάρκεια της Tουρκοκρατίας, ενώ ο προμαχώνας
Φωκίων κατασκευάστηκε εξολοκλήρου από τους Tούρκους. O προμαχώνας Ρομπέρ ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του Γάλλου φιλέλληνα Francis Robert που σκοτώθηκε το 1826 στην πολιορκία της Ακρόπολης των Αθηνών.
Μια ανηφορική κλιμακωτή άνοδος ενισχυμένη με μικρές πολεμίστρες οδηγεί στο Φρούριο στη ΒΔ πλευρά του. Πρόκειται για τη σκάλα με τα 1000 σκαλοπάτια, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, που συνδέει το κάστρο με την πόλη. Η σκάλα αυτή, στη σημερινή της μορφή, κατασκευάστηκε την εποχή του Όθωνα από καταδίκους φυλακισμένους στο Παλαμήδι. H κλίμακα αυτή, που η παράδοση την ήθελε να έχει 999 σκαλοπάτια, γιατί το χιλιοστό το έριξε το άλογο του Κολοκοτρώνη, στην πραγματικότητα έχει λιγότερα σκαλοπάτια (857) και κατασκευάστηκε την εποχή του Όθωνα από καταδίκους που ήταν φυλακισμένοι στο Παλαμήδι, υπό την επίβλεψη του βαυαρικού στρατού.
Την εποχή των Ενετών υπήρχαν γαλαρίες που συνέδεαν το κάστρο με την πόλη.
Θρύλοι και Παραδόσεις
Για την ιστορία, ο Παλαμήδης πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο, όπως προαναφέρθηκε, αλλά δεν επέστρεψε. Κατηγορήθηκε από τον Οδυσσέα για προδοσία και δολοφονήθηκε. Για να εκδικηθεί, ο πατέρας του Παλαμήδη Ναύπλιος έστειλε τους υπόλοιπους γιους του να ξελογιάσουν τις γυναίκες των αρχηγών των Ελλήνων. Υπέκυψαν όλες πλην μιας (της Πηνελόπης).