- Δημοσιεύσεις
- 22.084
- Ηλικία
- 61
- Περιοχή
- Αγρινιο
- Μοτοσυκλέτα
-
KAWASAKI ΖΧR 900 1999
MODENAS X CITE 135 2009
- Όνομα
- ΜΙΧΑΛΗΣ
- Περιοχή
- ΑΓΡΙΝΙΟ
ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ V-2, ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑΣ…
Με ψυχή, παλμό και χαρακτήρα
Οι δικύλινδροι κινητήρες με V διάταξη, έχουν χαρακτηρίσει και συνεχίζουν να χαρακτηρίζουν πολλές εταιρείες, αποτελώντας μηχανικά σύνολα που έχουν τοποθετηθεί σε ουκ ολίγες μοτοσυκλέτες – ορόσημα της ιστορίας. Στο θέμα που ακολουθεί θα ανιχνεύσουμε τη διαδρομή τους στο χρόνο και το πώς επηρέασαν τα πράγματα στον κόσμο της μοτοσυκλέτας.Δικύλινδρος V κινητήρας ορίζεται αυτός που έχει τους κυλίνδρους του σε διάταξη τέτοια, ώστε μεταξύ τους να σχηματίζεται μια περιεχόμενη γωνία μικρότερη ή ίση με 90 μοίρες.
Ο δε στρόφαλος είναι ένας και κοινός για τα ζεύγη πιστονιών – μπιελών. Οι μοίρες που απέχουν τα κομβία μεταξύ τους, καθώς και η περιεχόμενη γωνία των κυλίνδρων, καθορίζουν το τι είδους κραδασμοί παράγονται από τον εκάστοτε κινητήρα V, καθώς και το διάστημα της ανάφλεξης των δύο κυλίνδρων.

Η οδός που έχει επιλέξει πληθώρα πολλών κατασκευαστών, είναι αυτή της περιεχόμενης γωνίας των 90 μοιρών, όπου οι κινητήρες ονομάζονται επίσης “L” (βλ. Ducati), αντί για “V”, καταδεικνύοντας την ορθή γωνία που σχηματίζεται μεταξύ των κυλίνδρων.

Curtiss V2
Τα διαστήματα ανάφλεξης, έχουν μια διαφορά φάσης 270 μοιρών και είναι ακριβώς αυτή η “ακανόνιστη” ανάφλεξη που προσδίδει την περιβόητη αίσθηση των συγκεκριμένων κινητήρων και συνάμα αποτελεί ένα από τα πλεονεκτήματά τους, στην σύγκριση με τα μοτέρ δύο ή περισσότερων κυλίνδρων που έχουν διαστήματα ανάφλεξης στις 180 ή στις 360 μοίρες.
Υπάρχει μια μεγάλη “παύση” και ανομοιομορφία στους παραγωγικούς χρόνους ενός V2 κινητήρα και αυτό όπως έχει αποδειχθεί στην πράξη, βοηθά το πίσω ελαστικό να ανακτά την πρόσφυσή του ακόμα και όταν η μεταφερόμενη σε αυτό ισχύ, υπερνικά τον συντελεστή της τριβής ελαστικού – δρόμου.

Indian V-2
Όλη αυτή η θεωρία ήταν που οδήγησε τους κατασκευαστές να προσδώσουν παρόμοια χαρακτηριστικά ανάφλεξης σε δικύλινδρους, τρικύλινδρους αλλά και τετρακύλινδρους κινητήρες, ενώ ακόμα και στο κορυφαίο επίπεδο των αγώνων είχαμε την υιοθέτηση παρόμοιας φιλοσοφίας, με τους κινητήρες “Big Bang”.

Σε γενικές γραμμές, ένας δικύλινδρος V κινητήρας αποδίδει εξαιρετικά στη χαμηλομεσαία περιοχή της λειτουργίας του και παράγει γραμμικά ροπή από πολύ χαμηλά, αλλά υστερεί σε απόλυτη δύναμη ψηλά σε σχέση με τους τερακύλινδρους, οι οποίοι είναι πιο πολύστροφοι και έχουν επίσης καλύτερη απόδοση στο λίτρο. Εν ολίγοις, αν συγκρίνουμε έναν V2 και έναν τετρακύλινδρο σε σειρά ίδιου κυβισμού, που προορίζονται για αγωνιστική χρήση, ο τετρακύλινδρος θα είναι ισχυρότερος σε απόλυτες τιμές, αλλά θα έχει επίσης εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά απόδοσης.
Σε πιο… “πολιτικό” επίπεδο, η συζήτηση αυτή είναι άνευ ουσίας, αφού εδώ και καιρό υπάρχουν V2 κινητήρες με απίστευτες αποδόσεις στο λίτρο, αστραπιαίο ανέβασμα στροφών και ισχύ σε όλο το φάσμα της λειτουργίας τους.

Στην απαρχή της μοτοσυκλετιστικής ιστορίας, δεν τα ήξεραν όλα αυτά βέβαια σε τόσο βάθος και οι V2 κινητήρες επιλέχθηκαν για πιο απλούς, προφανείς και πρακτικούς λόγους. Η προσθήκη ενός δεύτερου κυλίνδρου στους κατά βάση μονοκύλινδρους κινητήρες της εποχής, ήταν ο πιο εύκολος τρόπος για να παραχθεί μεγαλύτερη ισχύς, ενώ το “λεπτό” προφίλ ενός V2 κατά τον διαμήκη άξονα δεν δημιουργούσε προβλήματα στην εργονομία.
Βέβαια οι V2 πέραν των πλεονεκτημάτων, είχαν και μειονεκτήματα. Οι κύλινδροι δεν ψύχονταν το ίδιο, με τον πίσω να μην είναι εκτεθειμένος εξίσου στο ρεύμα αέρα που χτυπούσε τον μπροστινό. Επίσης, μπορεί να ήταν αρκετά “στενοί” για να χωρέσουν στα πλαίσια της εποχής, αλλά ήταν πιο μεγάλοι κατά τον διαμήκη άξονα, κάτι που αύξανε το μεταξόνιο.

Ακόμα και οι σύγχρονοι V2 “πάσχουν” από τα ίδια θέματα, τα οποία φυσικά έχουν επιλυθεί αλλά δεν παύουν να αποτελούν στοιχεία που τα λαμβάνουν υπ΄όψιν οι κατασκευαστές όταν σχεδιάζουν και εξελίσσουν μια μοτοσυκλέτα με αυτού του είδους τον κινητήρα.
Δεν θα πρέπει επίσης να αμελούμε το ότι σε περίπτωση service, είναι άλλο πράγμα να ανοίγεις ένα καπάκι κυλίνδρων, όπως σε έναν δικύλινδρο σε σειρά κινητήρα και άλλο να ανοίγεις δύο, τα οποία βρίσκονται μάλιστα σε απομακρυσμένες θέσεις μεταξύ τους, απαιτώντας πολλές φορές αφαίρεση περισσότερων τμημάτων μιας μοτοσυκλέτας για να επιτευχθεί πρόσβαση.

Tο πότε ακριβώς παρήχθη η πρώτη V2 μοτοσυκλέτα και ποια κατασκευάστρια διεκδικεί τον τίτλο, είναι κάτι που αποτελεί ακόμα αντικείμενο ιστορικής έρευνας, χωρίς να υπάρχει μια κοινή από όλους παραδοχή. Πάντως ο πρώτος V-2 κινητήρας φτιάχτηκε από τον Gottlieb Daimler το 1889, είχε πολύ μικρή περιεχόμενη γωνία και χρησιμοποιήθηκε σαν στατικός κινητήρας σε βάρκες και αυτοκίνητα.
1903-1908
Στις αρχές του περασμένου αιώνα και συγκεκριμένα το 1903, εταιρίες στην Ευρώπη όπως η βρετανική Eclipse Motor & Cycle Co η γερμανική NSU αλλά και η Curtiss στις ΗΠΑ, είχαν παρουσιάσει μοτοσυκλέτες με V2 κινητήρες. Μια χρονιά πριν, το 1902, λέγεται ότι η Princeps AutoCar Company ήταν η πρώτη που τοποθέτησε V2 μοτέρ σε ένα μοντέλο της.
Επίσης, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και την αυστρο-ουγγρική (Τσέχικη με τα σημερινά δεδομένα) Laurin & Klement CCR του 1904 που αποτέλεσε και την πρώτη V2 μοτοσυκλέτα που πήρε νίκη σε αγώνα (Coupe Internationale, το 1905).

Laurin & Klement CCR 1904
Το 1905, στις ΗΠΑ, είναι η Indian που ακολουθεί τα χνάρια της Curtiss, παρουσιάζοντας V2 μοντέλο, ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 1907, μια μικρή και νεοσυσταθείσα εταιρία, παρουσιάζει και αυτή την πρώτη της V2 μοτοσυκλέτα με κινητήρα περιεχόμενης γωνίας 45 μοιρών. Το όνομα της, Harley–Davidson.

Harley-Davidson V-2 1907
Εδώ λοιπόν έχουμε και τον πρώτο σταθμό της ιστορίας, αφού η Harley–Davidson μπορεί να μην αποτέλεσε την πρώτη κατασκευάστρια που παρουσίασε μοντέλο με V2 μοτέρ, αλλά σίγουρα αποτελεί την εταιρία που έχει συνδέσει όσο λίγες την ιστορία της με τους κινητήρες αυτής της διάταξης.
Από το 1908 και μετά, η Harley–Davidson θα αφοσιωθεί πλήρως στους V2 και θα συνεχίσει για 113 χρόνια, μέχρι και σήμερα, να παραμένει απόλυτα πιστή σε αυτούς.
1953- 1960
Mε την Indian να παύει την παραγωγή της το 1953 και απόντων άλλων κατασκευαστών μεγάλης κλίμακας, οι V2 της Harley–Davidson δεν θα συνδεθούν μόνο με την εταιρία, αλλά με ολόκληρη την μοτοσυκλετιστική έκφανση των ΗΠΑ.

Brough Superior
Στην Ευρώπη τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά, με την Brough Superior (1919-1940) και την Vincent (1928-1955), αμφότερες βρετανικές, να αποτελούν της εταιρίες που επένδυσαν κυρίως στους V2 κινητήρες, προσδίδοντάς τους μάλιστα κύρος, αφού τα μοντέλα τους αποτελούσαν κατ΄αναλογία τα Superbike των εποχών αυτών, με υψηλό τεχνολογικό προφίλ και εξαιρετικές επιδόσεις.

Vincent
Σταδιακά όμως, από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 και με κύριους εκφραστές τις Triumph, Norton και BSA, το βρετανικό πρότυπο μοτοσυκλέτας, κραταιό τότε στην Ευρώπη, κλίνει σαφώς προς μια άλλη διάταξη κινητήρα, αυτή που θέλει τους δύο κυλίνδρους παράλληλα διατεταγμένους.
Συνεχιζεται.....
Πηγη https://motorbike.gr